ὀλερόν

ὀλερόν
ὀλερός
impure
masc acc sg
ὀλερός
impure
neut nom/voc/acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • κούρτη — Συμβούλιο ηγεμόνων κατά τη διάρκεια της φραγκοκρατίας, που φρόντιζε για τις πολιτικές και, συχνά, για τις δικαστικές υποθέσεις. Απαρτιζόταν από δώδεκα βαρόνους του Μοριά, τους κατώτερους υποτελείς άρχοντες και συνήθως από δύο κληρικούς.… …   Dictionary of Greek

  • Σαράντ-Μαριτίμ — (Charente maritime). Νομός της Γαλλίας (6864 τ. χλμ., πληθ. 526 200 κάτ.). Βρίσκεται στη δυτική παραθαλάσσια περιοχή της χώρας και περικλείει την παράκτια περιοχή ανάμεσα στον κόλπο του Ζιρόντ και στην κατώτερη διαδρομή του ποταμού Σεβρ. Στο νομό …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”